Σάββατο 29 Μαΐου 2010

ΛΕΟΝΤΕΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΑΜΝΩΝ

«Ο κόλπος του Μεξικού καθημερινά μολύνεται με εκατομμύρια γαλόνια πετρελαίου», «Η διεθνής οικονομική ύφεση έχει οδηγήσει κάτω από το όριο της φτώχειας τα 2/3 του πληθυσμού της γης», «Ο δείνα τέως υπουργός παραδέχθηκε δωροληψία δυσθεώρητου ύψους ευρώ»…
Όλοι μας ακούμε και βλέπουμε, άλλος απογοητευμένος, άλλος εθισμένος πια στη δημόσια και ιδιωτική απάτη, άλλος εκτός εαυτού/- ής με τα συμβάντα, τα συμβαίνοντα και τα υπογείως τεκταινόμενα. Όσο κι αν μας εξοργίζουν, δυστυχώς δεν μας εκπλήσσουν πια. Κι όταν η βία, η απάτη, η φτώχεια, η αμάθεια, η ακύρωση του σεβασμού των στοιχειωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων δεν κινητοποιούν τις ανθρωπόμαζες σε ανατροπές και νέα ξεκινήματα, κάτι ύποπτο συμβαίνει, που θυμίζει το κακόμοιρο το αρκουδάκι, το υποταγμένο στη μοίρα που ερήμην του ορίστηκε γι’ αυτό, (επιφυλλίδα τεύχος Δεκεμβρίου 2009).
Αυτό το ύποπτο που μας κάνει να ξεχνούμε ότι ζούμε σ’ έναν ‘’Θαυμαστό, Καινούριο Κόσμο’’(Aldus Huxley). Δε φοβόμαστε πια μήπως η λογοκρισία, η ολοκληρωτική πρακτική που εφαρμόζεται σε δικτατορίες και θεοκρατικά καθεστώτα μας στερήσει τη δυνατότητα να πληροφορούμαστε και να επικοινωνούμε. Αυτά είναι παιδικές ασθένειες της πολιτικής που οι κοινωνίες δυτικού τύπου έχουν προ πολλού ξεπεράσει με το φάρμακο της νομοθεσίας. Η ελευθερία του Τύπου, η ισηγορία και άλλα μεγαλόστομα ‘’διασφαλίστηκαν’’ με την υπογραφή των συνθηκών του Ο.Η.Ε. ήδη μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ζούμε στην απατηλή βεβαιότητα ότι μπορούμε να κάνουμε τα πάντα, στα όρια της δημοκρατίας, να έχουμε πρόσβαση στην εκπαίδευση, στα προϊόντα και τις υπηρεσίες της μαζικής παραγωγής, να απολαμβάνουμε τους κόπους της εργασίας και της κοινωνικής προσφοράς μας με τη σύνταξη που το κράτος Πρόνοιας θα μας παρέχει, έχοντας έλλογα και δίκαια διαχειριστεί όσα παρακρατούσε από τις απολαβές μας όταν ήμασταν παραγωγικοί…
Ζούσαμε, όχι μόνο οι Έλληνες, με τη βεβαιότητα οι διεθνείς κανόνες δικαίου θα προστατεύουν τη ζωή μας και των παιδιών μας, κάτι που δεν ήταν καθόλου αυτονόητο έως τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, εάν θυμηθούμε τους Βαλκανικούς πολέμους, τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη Μικρασιατική Καταστροφή – στα καθ’ημάς – την καθημαγμένη Ευρώπη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τον αλληλοσπαραγμό του Εμφυλίου για τους Έλληνες. Αυτοί οι Έλληνες, ένα κρατίδιο – κουκίδα στο χάρτη, στην άκρη της ανατολικής Μεσογείου φέρονται σαν Λέοντες, πρέπει να γίνουν Αμνοί.
Μπορεί να αντιτείνει κάποιος από τους σεβαστούς αναγνώστες μας πώς λειτουργεί η δ η μ ο κ ρ α τ ί α όταν η επιπόλαια κοινωνία, αφημένη στις αποβλακωτικές απολαύσεις του υπερκαταναλωτισμού και των ανόητων καθιστικών ‘’σπορ’’ του διαδικτύου, της δήθεν επικοινωνίας με τα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα που ο κυβερνοχώρος πουλά τόσο ακριβά, καταργώντας την απλή, φυσική ανθρώπινη επαφή κι αντικαθιστώντας την με τα avatar της φαντασίωσης, έχει παραλύσει από κάθε διάθεση αντίστασης κι ανατροπής;
Όταν η Αλήθεια δεν εξυπηρετείται από τη ‘’συνεχή, έγκυρη και έγκαιρη’’ ενημέρωση, αλλά πνίγεται στη θάλασσα της αδιαφορίας και των άσχετων πραγμάτων, από το γάμο έως το διαζύγιο των δημοφιλών ειδώλων της μαζικής κουλτούρας; Γιατί να λογοκριθούν τα βιβλία, όταν κανείς δεν τα διαβάζει; Η παθητικότητα και ο αυτιστικός εγωισμός έχουν περιχαρακώσει τους σύγχρονους ανθρώπους στην απομόνωση, όπως ακριβώς η πενία στον Τρίτο Κόσμο.
Η αδηφαγία και η αναξιοπρέπεια των πολιτικών ανακλώνται παραδειγματικά στους πολίτες - υπήκοους▪ όχι των πολιτικών, αλλά αυτών που ελέγχουν το πεπρωμένο μας, δηλ. την ενημέρωση, την ψυχαγωγία, την επικοινωνία.
Γιατί από έναν λαό 10 εκατομμυρίων Ελλήνων του ελλαδικού χώρου κι άλλων τόσων της διασποράς μόνο δύο πνευματικοί άνθρωποι, ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Χρήστος Γιανναράς γράφουν και μιλούν κινδυνεύοντας να θεωρηθούν και γραφικοί κάποτε; Οι υπόλοιποι – Ακαδημαϊκοί, Καθηγητές Πανεπιστημίου, πρυτάνεις και κοσμήτορες, καλλιτέχνες, εκδότες, συγγραφείς - πού είναι κρυμμένοι; Στον ψόγο και την αφ’ υψηλού κριτική;
Μπορείτε, κυρίες και κύριοι αναγνώστες να δεχθείτε τη δικαιολογία ότι τα Μ.Μ.Ε. δεν τους παρέχουν βήμα να εκφραστούν; Να το απαιτήσουν, τουλάχιστον στους τέσσερις κρατικούς ραδιοτηλεοπτικούς διαύλους. Το κράτος ανήκει σε κάποιους άλλους, που δε γνωρίζουμε; Μήπως στην εκάστοτε κυβέρνηση; Κι αυτή ποιος την ορίζει με την ψήφο του; Σε ποιόν λάκκο φάβας αναπαύονται; Σ’ αυτήν την Κατοχή των αγορών και τη Χούντα των δημόσιων χρεών όλων των χωρών, και της δικής μας – προς ποιόν άραγε; σε ποιόν χρωστάμε όλοι οι λαοί της γης; εφόσον χρωστούν και όσοι πουλούν δάνεια και όπλα… - θα σιωπούν εγκληματικά;
Έστω.
Ανάπηρος. Δείξε τα χέρια σου. Κρίνε για να κριθείς.

[Μ.Αναγνωστάκης, Στόχος, 1970]

Τρίτη 18 Μαΐου 2010

Robin Hood!!

Τον τελευταίο μήνα διαφημίζεται και προβάλλεται σε όλες τις κινηματογραφικές αίθουσες του παγκοσμιοποιημένου κόσμου μια υπερπαραγωγή της βιομηχανίας της ψυχαγωγίας που τιτλοφορείται «Ο Ρομπέν των Δασών». Πρόκειται για το σταυροφόρο των φτωχών που έχει ξαναγίνει ταινία πολλές φορές -1908, 1912, 1913, 1922, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, αλλά και το 1938 (1929-’30 Παγκόσμιο Οικονομικό Κραχ), το 1976, όταν τα ποσοστά ανεργίας στις Η.Π.Α. ήταν ουρανομήκη και σε δύο εκδοχές το 1991, όταν η απειλή για παγκόσμια οικονομική ύφεση ήταν η δαμόκλειος σπάθη των δυτικών κοινωνιών. Ξανά το 2010.
Οι τίτλοι των ταινιών, με ελαφρές παραλλαγές, έχουν το αγγλικό όρο ‘’Robin Hood’’ ή ο Ρόμπιν με την κουκούλα, αλλέως…ο κουκουλοφόρος! (Οι συνειρμοί δικοί σας). Επίσης σε όλες τις κινηματογραφικές εκδοχές, όπως και στα τραγούδια ή τα λογοτεχνικά έργα, ο ‘’Παλαιοκώστας’’ Ρομπέν έχει σχεδόν αναλλοίωτα χαρακτηρολογικά στοιχεία που αντλούνται από έναν μεσαιωνικό θρύλο, προϋπάρχοντα στη συνείδηση και την κουλτούρα των μαζών. Όσων άγονται και φέρονται από τα γεγονότα στα οποία αντιδρούν αλλά δεν διαμορφώνουν, ίσως βέβαια με την ανοχή τους. Αλλά κι αυτή η ανοχή υπαγορεύεται από κοινωνικές διεργασίες που συντελούνται σε βάθος χρόνου και σχετίζονται με την Πενία, τη συνισταμένη της ανέχειας, της ασθένειας και της αμορφωσιάς.
Είναι λοιπόν εύλογο το συμπέρασμα ότι η λαοφιλία ή η εισπρακτική επιτυχία, με παγκοσμιοποιημένους όρους, είναι στενά δεμένη με την οικονομική δυσπραγία των λαών που θα ήθελαν να καταφύγουν στην αυτοδικία, αλλά αρκούνται στο μεσσιανισμό. Η στάση αυτή φέρνει στο νου τις ουρές στα πρακτορεία τυχερών παιχνιδιών, ακόμη – ακόμη και τη μονομανική συμπλήρωση δελτίων Προπό , κατά τη διάρκεια της επταετίας ’67 – ’74. Παρεμπιπτόντως ποτέ δεν έκανα σωστά το λογαριασμό: γιατί όχι 6ετία; Αφού η εξέγερση των ηρώων του Πολυτεχνείου έλαβε χώρα το 1973, γιατί η Δημοκρατία ‘’αποκαταστάθηκε’’ το θέρος του 1974;
Εν πάση περιπτώσει ο Robin Hood των Δασών είναι μια κάποια λύσις: αφού κανείς δεν προλαβαίνει να ασχοληθεί με το δάσος, ας το κάνει ο Ρομπέν. Οι υπόλοιποι ασχολούμαστε με το δέντρο του ο καθένας. Το δάσος καίγεται λαμπρά▪ εξάλλου η φροντίδα της πυρόσβεσης (ή του εμπρησμού;) έχει ανατεθεί, δημοκρατικά, στους πολιτικούς. Αλλά για να λειτουργήσει η πυρόσβεση χρειάζονται: α) υποδομές, β) συνεχής εκπαίδευση με κάποιο σχέδιο, έστω και plan B, γ) μία τακτική κι έναν στόχο, όπως το να μην καεί το δάσος, να δημιουργηθούν ζώνες πυροπροστασίας σε ό,τι ανθίζει, κάτι που συντονίζει ο αρχηγός/ οι αρχηγοί των ‘’επιχειρήσεων’’. Δεν ακούμε κάθε καλοκαίρι ότι ‘’τόσα’’ λ.χ. ‘’ελικόπτερα επιχειρούν στο σημείο της πυρκαγιάς’’;
Βεβαίως οι δικοί μας πολιτικοί, όλων των διαβαθμίσεων της Ίριδας, μάλλον και όλων των ‘’σύγχρονων αναπτυγμένων κοινωνιών δυτικού τύπου’’ διαχειρίζονται το δάκο και τον περονόσπορο του δέντρου –παραιτήσεις υπουργών, εκπαραθυρώσεις διαφωνούντων προβεβλημένων στελεχών κ.τ.ό. – την εσωτερική αναδιοργάνωση, το προσωπικό τους προφίλ, τις δημοσκοπήσεις. Αλήθεια με ποια κριτήρια και στοχεύσεις διαμορφώνονται οι ερωτήσεις των δημοσκοπήσεων, ποιο, σε ταυτότητα και ποιότητα, είναι το δείγμα των ερωτηθέντων, με ποια μέσα (τηλεφωνικώς, με συμπλήρωση εντύπου;) γίνεται η συλλογή των πορισμάτων, ποιος διαμορφώνει τα ποσοστά και ποιος πληρώνει; Κυρίως το τελευταίο. Με τους λογαριασμούς έχω ένα θέμα…
Από αυτόν το Ρομπέν των Δασών λοιπόν περιμένουμε τη λύση; Και πώς; Ως φυγή μιάμισης ώρας στο σινεμά ή ως θέαμα στην καθημαγμένη πλατεία Συντάγματος; Ας με βοηθήσει κάποιος από τους σεβαστούς αναγνώστες/ -στριες, γιατί δεν ξέρω: με ρωτούν τα παιδιά, κάθε φορά που στα πλαίσια των ‘’ανθρωπιστικών’’ μαθημάτων μας τίθενται ζητήματα εξουσίας και νομιμοφροσύνης, λ.χ. στην «Αντιγόνη» του σπουδαίου τραγωδού της δημοκρατικής Αθήνας, Σοφοκλή, και δεν μπορώ να απαντήσω.
Βοηθήστε με σας παρακαλώ, γιατί δεν ικανοποιούνται με την απάντησή μου: «Ο κοινωνικός βίος είναι κατάκτηση της λεπτής ισορροπίας στον άξονα εξυπηρέτησης του συλλογικού συμφέροντος και της προώθησης της ατομικότητας». Που βρίσκεται η λεπτή κόκκινη γραμμή; Στην άσκηση της κριτικής ικανότητας, της ατομική βούλησης και πρωτοβουλίας, στην αποτροπής της θυματοποίησης από την όποια, ανεπαίσθητη ή χονδροειδή, προπαγάνδα; Και μετά;;; Δεν ξέρω. Μήπως ξέρει ο Robin Hood ?

Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

ΟΜΑΔΑ – ΜΟΝΑΔΑ


Δύο είναι οι αφορμές της επιφυλλίδας αυτού του μήνα: η πρώτη σχετίζεται με τα λόγια του στρατηγού Μακρυγιάννη που θυμίζουμε στους μαθητές μας στη διάρκεια των εορταστικών εκδηλώσεων για την επέτειο του αγώνα της εθνικής παλιγγενεσίας του 1821: «Είμαστε στο εγώ κι όχι στο εμείς». Η δεύτερη αφόρμηση σχετίζεται με τη δειλή αν και σταθμισμένη επανεμφάνιση κάποιων πολιτικών ανδρών που ενοχλήθηκαν κατά καιρούς από την τηλεοπτική δημοκρατία.

Είναι αλήθεια ότι στις παρούσες συγκυρίες για τη διεθνή κοινωνία των λαών - κρατών μοιάζει να ξύνουμε πληγές και να ρισκάρουμε την ατομική μας ηρεμία με τέτοια κείμενα. Θα τολμήσουμε όμως προσβλέποντας σ’ έναν αξιοπρεπή δημόσιο διάλογο, απ’ αυτούς που προάγουν την αληθινή δημοκρατία της πολυφωνίας και της ανεκτικότητας. Είμαστε βέβαιοι δε ότι ο εκδότης μας δε θα αρνηθεί να φιλοξενήσει αντικριστά κείμενα επιχειρηματολογίας υπέρ της μιας ή της άλλης θέσης.

Και σήμερα σε μια χώρα σαν τη δική μας, όπου όλοι έχουν ανοίξει ακήρυχτο πόλεμο εναντίον όλων, σα να μην υπάρχει μια αλήθεια, αλλά πολλές που τέμνονται και αλληλοαναιρούνται, σ’ ένα λαό όπου η υπανάπτυξη σε όλες τις εκφάνσεις του κοινωνικού και δημόσιου βίου τον κατευθύνει στη διαφθορά, την οργανωτική διάλυση, την απαιδευσία και τη βαναυσότητα στην καθημερινή συμπεριφορά, νομίζουμε ότι ο στρατηγός Μακρυγιάννης είναι επίκαιρος, αν όχι αναγκαίος.

Παρατηρούμε, διαπιστώνουμε ή απλώς ψυχανεμιζόμαστε ότι ζούμε οριακά: στον τομέα της δικαιοσύνης, νιώθουμε ότι αν δεν έχουμε τα οικονομικά μέσα να στηριχθούμε στους προβεβλημένους εργάτες της Θέμιδας, κινδυνεύουμε όχι μόνο να αγνοηθούμε, αλλά να καταλήξουμε στη φυλακή.

Στον τομέα της οικονομίας νιώθουμε καθημερινά καυτή την ανάσα του ευρωβόρου χεριού στην τσέπη μας, των αλλεπάλληλων ανατιμήσεων, αλλά και την αδυναμία της πολιτικής ηγεσίας να οριοθετήσει ένα modus vivendi, αλλά βιώσιμο για τους πολλούς. Στον τομέα των εξωτερικών υποθέσεων οι κάτοικοι των νησιών του Αρχιπελάγους όπως και των ακριτικών περιοχών της Μακεδονίας και της Θράκης μπορούν να επιβεβαιώσουν την ανασφάλεια του μέσου πολίτη για το εθνικό του αύριο, πόσο μάλλον το μεθαύριο.

Στον τομέα του περιβάλλοντος, η αυθαιρεσία και η θρασύτητα μετατρέπουν τον αέρα που ανασαίνουμε σε πολυτέλεια▪ όσο για τον τομέα της ανάπτυξης…βλέπετε πώς αναπτύσσονται σαν βδέλλες οι μισθοί των εκάστοτε ημετέρων σε κρατικούς θώκους, παρά τοις θρόνοις των υπουργούντων το λαό.

Αφήσαμε τελευταίο το χώρο της εκπαίδευσης, πιστεύοντας ότι όλα τα παραπάνω με τις προεκτάσεις τους ανάγονται στο ζήτημα της παιδείας: για ποια σχολεία να γράψουμε όπου ο πόλεμος μεταξύ των εκπαιδευτικών για τα περισσότερα ιδιαίτερα μαθήματα μετατρέπει το γραφείο των διδασκόντων σε χαρακώματα, σαν αυτούς τους ελώδεις και ασφυκτικούς τάφους του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου; Για ποιους μαθητές; Είναι κι αυτοί στα χαρακώματα: οι μεν έχουν ανάγει την πενθήμερη εκδρομή της τελευταίας τάξης σε στόχο ύπαρξης μιας ανήσυχης εφηβείας, με όλα τα προβλήματα που συνεπάγεται και οι δε δίνουν διέξοδο στη ρεαλιστική απαξίωση του παρόντος στην προσπάθειά τους να φτιάξουν ένα καλύτερο μέλλον για το άτομό τους.

Ποιος φταίει για όλα αυτά; Εγώ που είμαι υπάλληλος σε κατάστημα, ο πατέρας μου ο παντοπώλης ή η θεία μου που ανάστησε τέσσερις κόρες στο χωριό; Εμείς δεν έχουμε βήμα να μιλήσουμε, να διαμαρτυρηθούμε, να οργανώσουμε δράσεις, να θεσμοθετήσουμε, να εμπνεύσουμε έστω, μια καλύτερη ζωή. Ούτε το βάθρο της πλατείας γύρω από το οποίο οι ‘’λαοθάλασσες’’ θα χειροκροτήσουν, ούτε την καρέκλα του υπουργικού συμβουλίου, ούτε το έδρανο στη Βουλή…ούτε καν ένα τηλεπαράθυρο.

Για ποια τηλεδημοκρατία οδύρεστε κυρίες και κύριοι; Ποιος την έφτιαξε, ανέθρεψε, εκμεταλλεύτηκε και δημιούργησε τις στρατιές των προδομένων παλιάτσων που ονομάζετε ‘’λαό’’, τους κομπάρσους της ιστορίας τους; Σίγουρα όχι πάντως ο μικροεπιχειρηματίας, ο βιοπαλαιστής, ο υπάλληλος ή η θεία Θέκλα. Γιατί αυτοί είναι ‘’στο εμείς’’ και το αποδεικνύει η καθημερινή τους πρακτική, με τη συντήρηση και ανατροφοδότηση των κοινωνικών δεσμών που τιμούν.

Η αρχαία ελληνική πολιτική κοινωνία του εμείς, της πόλης – κράτους, αλλά και της βυζαντινής ενορίας κατά τους επαχθείς αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας στον ελλαδικό χώρο, μετατράπηκε ταχύτατα από συλλογική σε ατομοκεντρική. Ο νόμος της ζούγκλας καταλύει τους θεσμούς τους κερδισμένους με αίμα και πόνο βαθύ. Με πληγές ιστορικές που διατρανώνουν την ανάγκη για ελευθερία και σεβασμό στα ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα.

Το κράτος κάνει τον πολίτη ή το αυγό την κότα;